The Wines of South Africa.

“Έθνος ουράνιο τόξο” περιέγραψε τους Νότιο Αφρικανούς, ο βραβευμένος με Νόμπελ ειρήνης επίσκοπος Desmond Tutu, μια φράση που χρησιμοποιούσε ο Νέλσον Μαντέλα στον αγώνα του ενάντια στον ρατσισμό και την ξενοφοβία της ιδεολογίας του Απαρτχάιντ. Αυτόχθονες κάτοικοι, άποικοι, μετανάστες, σκλάβοι και ανθρακωρύχοι – ένα χωνευτήρι πολιτισμών, όπου ο καθένας με την διαφορετικότητα του και τη ζωντάνια του έπαιξαν ρόλο στον πληθυσμό και στην ιστορία αυτής της αρχαίας γης.
Ένα ουράνιο τόξο που αιχμαλωτίζει το πνεύμα του τόπου στο κρασί, με τα κρασιά της να καλλιεργούνται σε ένα από τα πιο ξεχωριστά μέρη του κόσμου – με αρχαία εδάφη, δύο ωκεανούς, εμβληματικά ψηλά βουνά και απαράμιλλη φυσική ομορφιά.

Με περισσότερα από 360 χρόνια οινικής ιστορίας , συχνά περιγράφεται ως γεφύρωση του χάσματος μεταξύ του Παλαιού και του Νέου Κόσμου. Η πλειονότητα των κρασιών παρασκευάζεται χρησιμοποιώντας τεχνικές οινοποίησης του Νέου Κόσμου, αλλά στιλιστικά στρέφουν το βλέμμα τους στα αντίστοιχα του Παλαιού.

Κοιτάζοντας πίσω, η ιστορίας της εντοπίζεται στις 02 Φεβρουαρίου 1659 όταν ο πρώτος Κυβερνήτης του Ακρωτηρίου, Jan van Riebeeck, έγραψε στο περίφημο ημερολόγιό του: «Σήμερα, δόξα τω Θεώ, κρασί έγινε για πρώτη φορά από τα σταφύλια του ακρωτηρίου…’’

Τα πρώτα αμπέλια φυτεύτηκαν από Ολλανδούς αποίκους τη δεκαετία του 1650, ωστόσο η παραγωγή απογειώνεται όταν οι Γάλλοι Huguenots έφτασαν με αμπελουργικές δεξιότητες και γνώσεις τη δεκαετία του 1680 και εγκαταστάθηκαν στη Franschhoek Valley. Την ίδια εποχή το 1685 ο κυβερνήτης Simon Van Der Stel καθιερώνει το παλαιότερο οινικό κτήμα της Νοτίου Αφρικής στην Constantia, με το θρυλικό επιδόρπιο κρασί Vin de Constance να δίνει στην περιοχή παγκόσμια φήμη τον 18ο και τον 19ο αιώνα, γίνεται ένα από τα πιο περιζήτητα κρασιά από συγγραφείς, βασιλείς και αρχηγούς κρατών της εποχής. Η συνέχεια ωστόσο ήταν πολυτάραχη, κύματα οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής είδαν μεγάλο μέρος αυτής της ανάπτυξης να χάνεται και η νοτιοαφρικανική βιομηχανία κρασιού οδηγείται σε μακρά ύφεση κατά τον 19ο κ 20ο αιώνα.
Η φυλλοξήρα το 1886, η μεταφύτευση των αμπελώνων σε ποικιλίες υψηλής απόδοσης, η υπερπαραγωγή που την ακολούθησε, το μονοπώλιο -ο έλεγχος από την κυβέρνηση- KWV-, και τα χρόνια του απαρτχάιντ, περιόρισαν την παραγωγή με τέτοιο τρόπο που η καινοτομία ήταν σχεδόν αδύνατη και η ποσότητα είχε προτεραιότητα έναντι της ποιότητας, ευνοώντας τους μεγάλους παραγωγούς, την παραγωγή κονιάκ και ενισχυμένου κρασιού.

Όμως, παρά την απομόνωση στα χρόνια του απαρτχάιντ, λίγο φως ήταν αρκετό να σηματοδοτήσει την αρχή ενός αργού κύματος αλλαγών από ένα μικρό αριθμό παραγώγων που είχαν την διάθεση και την αυτοπεποίθηση για πειραματισμό και εξερεύνηση, αξίζει να αναφέρουμε τον επίμονο παραγωγό Timothy Hamilton Russell που καλλιέργησε παράνομα δύο αμπελώνες στη δροσερή παράκτια περιοχή Hemel-en-Aarde στα τέλη της δεκαετίας του 1970-το σύγχρονο πρόσωπο της Νοτίου Αφρικής άρχισε να διαμορφώνεται-και το Άνοιγμα στον κόσμο γίνεται με την εκλογή του Νέλσον Μαντέλα το 1994, με τα κρασιά της να βιώνουν την εποχή της αναγέννησης. Νέες τεχνολογίες αμπελουργίας και οινοποίησης με διεθνείς επιρροές, ανάπτυξη νέων αμπελουργικών περιοχών, και ο παγκόσμιος ενθουσιασμός για ποικιλίες, όπως Cabernet Sauvignon, Merlot, Chardonnay και Sauvignon Blanc, ήταν οι τάσεις που ακολούθησαν πολύ παραγωγοί.

Μετά από τόσα χρόνια απομόνωσης και ασφυκτικής ρύθμισης, οι παραγωγοί της χώρας ήταν επιτέλους ελεύθεροι να δημιουργήσουν.
Σήμερα έχουμε τις ιστορικές περιοχές ποιότητας, τις ιστορικές περιοχές ποσότητας και τις νεογέννητες, με την πλειονότητα τους να βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία κοντά στις παράκτιες περιοχές του Ακρωτηρίου.

Στις ιστορικές περιοχές ποιότητας περιλαμβάνονται το περίφημο Stellenbosch, «Πόλη των Δρυς» με αμπελουργικές ρίζες που χρονολογούνται από τον 17ο αιώνα, σήμερα έχει γίνει το επίκεντρο της αμπελουργικής και οινολογικής έρευνας για τη χώρα και αποτελεί πηγή ερυθρών κρασιών υψηλής ποιότητας. Η ζεστή ενδοχώρα Paarl «Μαργαριτάρι» που κάθεται πάνω σε μια από τις μεγαλύτερες προεξοχές γρανίτη στον κόσμο, φιλοξενεί την διάσημη δημοπρασία σπάνιων κρασιών του Ακρωτηρίου Nederburg, που πραγματοποιείται στο Paarl από το 1975. Και την Constantia περικυκλωμένη από τους δύο ωκεανούς, διάσημη για το παγκόσμιου κλάσης Vin de Constance του Klein-Constantia, αλλά και για το Sauvignon Blanc και το Riesling.

Αντίθετα, οι περιοχές που έχουν συνδεθεί με τη μαζική παραγωγή είναι δεκάδες και πολλές από αυτές προσπαθούν να ξανά συστήσουν τον εαυτό τους ως πηγές ποιοτικού κρασιού. Η πιο επιτυχημένη είναι σίγουρα η Swartland «Μαύρη γη» που συνδέθηκε για χρόνια με τα βαριά κόκκινα, και αργότερα με το Swartland Revolution, που ξεκίνησε ο Charles Back of Fairview και συνεχίστηκε από τον Eben Sadie, ενέπνευσαν μια νέα γενιά οινοποιών να σεβαστούν το μοναδικό terroir και τα άφθονα παλιά αμπέλια της περιοχής. Τώρα φιλοξενεί μερικούς από τους πιο θαυμαστούς αμπελώνες της χώρας, που δεν αρδεύονται, με το Old-vine Shiraz και το Chenin Blanc να παράγουν εντυπωσιακά αποτελέσματα.


Τέλος οι νεογέννητες περιοχές είναι ίσως οι πιο συναρπαστικές και συγκεντρώνουν δυναμικούς παραγωγούς, κανένας από τους οποίους δεν υπήρχε πριν από μια γενιά, με την αμπελοκαλλιέργεια να απογειώνεται τη δεκαετία του 2000. Γενικά περιορισμένες στο παράκτιο μέρος, με θέα στον Νότιο Ατλαντικό Ωκεανό, οι δροσερότερες και νοτιότερες περιοχές της χώρας, το Elgin, το Hemel-en-Aarde «Ουρανός και Γη», το Walker Bay και το Cape Agulhas ξεχωρίζουν με την παραγωγή φρέσκων και ισορροπημένων κρασιών υψηλής ποιότητας και φινέτσας από ποικιλίες όπως Pinot Noir, Chardonnay, Sauvignon Blanc, δίνοντας μια νέα ματιά σε μια χώρα γνωστή κυρίως για τα μεγάλα κόκκινα.

Το στυλ των κρασιών της χώρας απέραντο και ποικίλο, εντυπωσιακά κόκκινα μονοποικιλιακά, blends από Shiraz, Cabernet Sauvignon, Merlot και Bordeaux styles, γεμάτα Chardonnay, τραγανά φρέσκα Sauvignon Blanc, αφρώδη κρασιά με την παραδοσιακή μέθοδος MCC, ενισχυμένα Port styles, και φυσικά γλύκα κρασιά. Το Chenin Blanc, γνωστό και ως Steen, είναι η πιο πολύ φυτεμένη λευκή ποικιλία, με τα περισσότερα αμπέλια να είναι ηλικίας πάνω από 35 ετών και με τις περισσότερες καλλιέργειες Chenin Blanc στον κόσμο 17103 ha, παράγει κρασιά από εντυπωσιακά ξηρά έως γλυκά. Το Pinotage, γνωστό και ως Hermitage, το κόκκινο σταφύλι της Νοτίου Αφρικής μια διασταύρωση μεταξύ Pinot Noir και Cinsault δημιουργήθηκε από τον καθηγητή Abraham Perold το 1925, με το πρώτο μπουκάλι να κυκλοφορεί το 1959 με την ετικέτα Lanzerac, παίζει σημαντικό ρόλο στα Cape Blends.

Είναι σημαντικό επίσης να αναφερθεί ότι η Νότιο Αφρική έχει μερικές από τις πιο προοδευτικές νομοθεσίες κρασιού στον κόσμο, το 1998 εισήχθη το σύστημα Integrated Production of Wine (IPW) με σφραγίδα πιστοποίησης για βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον καλλιέργεια και παραγωγή κρασιού, το 2018 το 93,1% όλων των πιστοποιημένων οίνων προσχώρησαν στο σύστημα. Το 2002 καθιερώνεται το Wine Industry Ethical Trade Initiative (WIETA), ένας ανεξάρτητος μη κερδοσκοπικός οργανισμός που δεσμεύεται στο δίκαιο εμπόριο, στη βελτίωση και διαφύλαξη των συνθηκών εργασίας των εργαζόμενων στη γεωργία, το 2012 πιστοποιεί αυτή την κίνηση με την ειδική σφραγίδα –πιστεύεται ότι είναι η πρώτη που έγινε σε οινοπαραγωγές χώρες. Το 2019 τα 2/3 όλων των κρασιών Faire Trade που πουλήθηκαν στον κόσμο ήταν από τη Νότιο Αφρική.


Από την άλλη οι παραγωγοί σε συνεργασία με τις πολλές ΜΚΟ που λειτουργούν στα αγροκτήματα είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τη νέα γενιά παιδιών στις φάρμες να έχουν πρόσβαση σε εκπαιδευτικές ευκαιρίες, επίσης η βιομηχανία κρασιού γίνεται πιο αντιπροσωπευτική του γενικού πληθυσμού της , με τους μαύρους εργαζόμενους να καλλιεργούν και να προωθούν τα δικά τους brands.

Κοιτάζοντας στο μέλλον σίγουρα τα κρασιά της Νοτίου Αφρικής οδηγούν τον κόσμο στην ακεραιότητα της παραγωγής και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, δυο παράγοντες αρκετοί για να σας οδηγήσουν στην επιθυμία να δοκιμάσετε τα κρασιά αυτής της πολλά υποσχόμενης χώρας.